• sözlük
  • dictionary
  • wörterbuch
  • çeviri
Genel Arama
Çeviri
Eski Arayüz
Web Arama
KELİME
     

Google Translate
KELİME
     
Dil Seçimi
»
|

İngilizce » Yunanca Yukarı
net Dinle! {net}
  • {A} εκκαθαρισμένος, καθαρός, χωρίς έκπτωση
  • {ADV} καθαρά
  • {N} δίχτυ, δίκτυο, απόχη, νέτος
  • {V} καθαρίζω, ξεκαθαρίζω, ρίχνω δίχτυ, έχω καθαρό κέρδος, κάνω δίκτυο, αλιεύω, ψαρεύω